- παλίτης
- οχημ. ασφυκτικό αέριο, υγρό σε συνήθη θερμοκρασία, που χρησιμοποιήθηκε κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο στο Δυτικό Μέτωπο.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
αέρια, πολεμικά — Ονομασία που δόθηκε από το 1915 σε ορισμένες χημικές ουσίες που χρησιμοποιήθηκαν κατά τον πόλεμο για την εξουδετέρωση του αντιπάλου. Τα π.α. διαιρούνται σε: α) ασφυξιογόνα, που προσβάλλουν τα αναπνευστικά όργανα και προκαλούν τον θάνατο από… … Dictionary of Greek